Είστε εδώ

ΣΧΕΣΗ ΚΑΡΚΙΝΟΓΕΝΕΣΗΣ, ΚΑΚΗΣ ΥΓΙΕΙΝΗΣ ΤΟΥ ΣΤΟΜΑΤΟΣ, ΚΑΤΑΧΡΗΣΗΣ ΟΙΝΟΠΝΕΥΜΑΤΩΔΩΝ ΚΑΙ ΚΑΠΝΙΣΜΑΤΟΣ©

Γκελης Ν. Δημητριος [Δρ],
Ιατρός Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος, Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Ιατρικός Εμψυχωτής (Medical Life Coach)
Διαμαντόπουλος ΒασίλειοςΤρίπολη
Ιατρός Δημόσιας Υγείας, Οδοντίατρος, Υποψήφιος διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής Ιωαννίνων
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΣΤΑΥΡΙΑΝΗ
Ιατρός Παθολόγος, Δερβενακίων 1, Κόρινθος, τηλ. 2741025257, .(JavaScript must be enabled to view this email address)
Σαμαν Ραγιντ-Αντωνιος, Αλιβερι, Ευβοιας
Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος
Φερεκυδης Ελευθεριος,
Καθηγητής Ωτορινολαρυγγολογίας [Ομ.], Αθήνα

Η χρόνια μεγάλη κατανάλωση οινοπνευματωδών αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου του ανώτερου πεπτικού συστήματος. Αν και υπάρχουν πολλές υποθέσεις για τα καρκινοπροαγωγικά αποτελέσματα του οινοπνεύματος, οι ακριβείς παθογενετικοί μηχανισμοί της καρκινογένεσης παραμένουν αδιευκρίνιστοι, επειδή το οινόπνευμα, αυτό καθ’ αυτό , δεν ανήκει στις καρκινογόνες ουσίες. .

Παρά τούτο αυξάνουν οι ενδείξεις ότι προαγωγή της καρκινογένεσης από το οινόπνευμα  γίνεται μέσω του τοξικού και καρκινογόνου μεταβολίτη της, της ακεταλδεύδης.

Η ακεταλδεύδη παράγεται από την αιθανόλη (οινόπνευμα) στα επιθήλια από τις αφυδρογονάσες του οινοπνεύματος που υπάρχουν στο βλεννογόνο. Όμως πολύ μεγαλύτερες ποσότητες ακεταλδεύδης παράγονται κατά την πρόκληση οξείδωσης της αιθανόλης από τα μικρόβια της χλωρίδας του στόματος [1].

Η καρκινογόνος δράση του συνδυασμού καπνίσματος και οινοπνεύματος

Το κάπνισμα και η μεγάλη κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών είναι οι ισχυρότεροι παράγοντες που αυξάνουν την παραγωγή ακεταλδεύδης από τη μικροβιακή χλωρίδα του στόματος.. Η βακτηριδιακή ανάλυση έχει αποκαλύψει ότι κυρίως τα θετικά κατά Gram βακτηρίδια και οι μύκητες σχετίζονται με μεγαλύτερη παραγωγή ακεταλδεύδης.

Η αυξημένη τοπική μικροβιακή παραγωγή ακεταλδεύδης που ανιχνεύεται στο σάλιο των καθ’έξιν οινοποτών (αλκοολικών) και βαριών καπνιστών  θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως η βιολογική εξήγηση για τη συνεργική καρκινογόνο δράση  του οινοπνεύματος και του καπνού για τον καρκίνο του ανώτερου πεπτικού συστήματος [2].

Καρκινογενετικά αποτελέσματα της κακής υγιεινής του στόματος, της χρόνιας κατάχρησης οινοπνευματωδών και καπνίσματος

Οι έρευνες έχουν δείξει ότι η κακή υγιεινή του στόματος και η χρόνια κατάχρηση οινοπνευματωδών ποτών και το κάπνισμα τροποποιούν τη στοματική μικροβιακή χλωρίδα και την οδηγούν στην παραγωγή περισσότερης ακεταλδεύδης από την κατανάλωση οινοπνεύματος.

Επίσης ο καπνός περιέχει ακεταλδεύδη, η οποία κατά τη διάρκεια του καπνίσματος  διαλύεται στο σάλιο. Μέσω της κατάποσης η ακεταλδεύδη του σιέλου κατανέμεται από τη στοματική κοιλότητα στο φάρυγγα, οισοφάγο και το στομάχι [3].

Η κατανάλωση μεγάλης ποσότητας αλκοόλης οδηγεί σε αύξηση της συγκέντρωσης της ακεταλδεύδης στο σάλιο και αυτό αυξάνει κατά 10 φορές τον κίνδυνο πρόκλησης καρκίνων στο ανώτερο πεπτικό σύστημα.
Συνοπτικά, η ακεταλδεύδη που προέρχεται, είτε από το οινόπνευμα, είτε από το κάπνισμα φαίνεται να δρα στο ανώτερο πεπτικό σύστημα ως τοπικό καρκινογόνο  με συνεργικό τρόπο που εξαρτάται από τη δόση της [3].

Έχει αποδειχτεί ότι οι μικροοργανισμοί του στόματος είναι ικανοί να μεταβολίσουν το οινόπνευμα προς ακεταλδεύδη. Αυτή η γνώση ρίχνει φως στη σχέση που υπάρχει μεταξύ της κακής υγιεινής και της καρκινογένεσης.
Αυτή, η ίδια η αιθανόλη δεν είναι καρκινογόνος ουσία. Όμως ο πρώτος μεταβολίτης της, η ακεταλδεύδη είναι ένα αδιαμφισβήτητο καρκινογόνο.

Διάφορα είδη μικροβίων του γαστρεντερικού σωλήνα διαθέτουν το ένζυμο της αλκοολικής αφυδρογονάσης, η οποία είναι ένζυμο που ευθύνεται και για το μεταβολισμό της αιθανόλης στο ήπαρ.

Στο στόμα υπάρχουν πανταχού παρόντα είδη πρασινίζοντος στρεπτοκόκκου και Candida που επίσης διαθέτουν το ένζυμο αυτό.
Τα άτομα με κακή υγιεινή του στόματος έχουν δείξει ότι διαθέτουν στο σάλιο τους υψηλότερες συγκεντρώσεις ακεταλδεύδης σε σύγκριση με τα άτομα που εφαρμόζουν σωστή υγιεινή του στόματος.

Γίνεται κατανοητό ότι τα μικρόβια του στόματος που διαθέτουν  αλκοολική αφυδρογονάση  αποτελούν κίνδυνο εξ αιτίας της δυνατότητάς τους να παράγουν ακεταλδεύδη με επακόλουθο τη στοματική καρκινογένεση, ιδιαίτερα μεταξύ των ατόμων που είναι βαρείς οινοπότες [4].

Τα άτομα που βρίσκονται σε κίνδυνο να εμφανίσουν καρκίνο όχι μόνο στην στοματοφαρυγγική κοιλότητα, αλλά και σε άλλες περιοχές του σώματος μπορούν  να προσλάβουν, τα ευεργετικά για την υγεία, συστατικά του κόκκινου κρασιού,  καταναλώνοντας τις κάψουλες Βινογκελίν [Vinogkelin], που περιέχουν αποξηραμένη σκόνη των σπόρων και των φλουδών του βιολογικού κόκκινου Αγιωργίτικου σταφυλιού Νεμέας, από το βιολογικό αμπελώνα  ''Γκέλικος''.

Ως γνωστόν στις φλoύδες και τους σπόρους του κόκκινου σταφυλιού υπάρχουν τεράστιες ποσότητες πολυφαινολών και ρεσβερατρόλης.

Μία κάψουλα του Βινογκελίν περιέχει σκόνη του βιολογικού κόκκινου Αγιωργίτικου σταφυλιού Νεμέας του αμπελώνα ''Γκέλικος'', που αντιστοιχεί σε 8 -10 ρόγες του σταφυλιού. Παίρνοντας κανείς καθημερινά 3-6 κάψουλες Βινογκελίν προσλαμβάνει επαρκείς ποσότητες πολυφαινολών (ρεσβερατρόλη, κλπ), ανθοκυανινών και τανινών, χωρίς να προσλαμβάνει οινόπνευμα.
Το Βινογκελίν μπορεί να γίνει συμπλήρωμα της καθημερινής διατροφής, διότι προσφέρει τα πολύτιμα για την υγεία συστατικά του κόκκινου σταφυλιού και κατ' επέκτασιν το κόκκινου κρασιού, χωρίς να προκαλεί τις παρενέργειες του οινοπνεύματος.

Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση

1. Homann N1, Jousimies-Somer H, Jokelainen K, Heine R, Salaspuro M. High acetaldehyde levels in saliva after ethanol consumption: methodological aspects and pathogenetic implications. Carcinogenesis. 1997 Sep;18(9):1739-43.

2. Homann N1, Tillonen J, Meurman JH, Rintamäki H, Lindqvist C, Rautio M, Jousimies-Somer H, Salaspuro M. Increased salivary acetaldehyde levels in heavy drinkers and smokers: a microbiological approach to oral cavity cancer. Carcinogenesis. 2000 Apr;21(4):663-8.

3. Salaspuro M. Interrelationship between alcohol, smoking, acetaldehyde and cancer. Novartis Found Symp. 2007;285:80-9; discussion 89-96, 198-9.

4. Meurman JH1, Uittamo J. Oral micro-organisms in the etiology of cancer. Acta Odontol Scand. 2008;66(6):321-6. doi: 10.1080/00016350802446527.